Από τη Ναταλία Διονυσιώτη "Οι εποχές έρχονται και φεύγουν, οι γενιές αλλάζουν και διαδέχονται η μια την άλλη, όπως τα φύλλα των δέντρων του δάσους που αλλάζουν χρώματα ή πέφτουν κι απομένουν γυμνά δέντρα. Εκείνο που μένει σταθερό είναι το ίδιο το δάσος με τα δέντρα του. Η φύση είναι η σταθερά μας, οι ρίζες μας και γι ́αυτό οφείλουμε να τις σεβαστούμε και να τις προστατεύσουμε." Κατηγορία: Δραματική Έτος Παραγωγής: 2020 Χώρα Παραγωγής: Ελλάδα Διάρκεια: 101 λεπτά Σκηνοθεσία: Τζώρτζης Γρηγοράκης Σενάριο: Τζώρτζης Γρηγοράκης (σε συνεργασία με Μαρία Βώττη, Βαγγέλη Μουρίκη) Φωτογραφία: Γιώργος Καρβέλας Μοντάζ: Θοδωρής Αρμάος Μουσική: Μιχάλης Μοσχούτης Πρωταγωνιστούν: Βαγγέλης Μουρίκης, Σοφία Κόκκαλη, Αργύρης Πανταζάρας Διακρίσεις: βραβείο Αργυρός Αλέξανδρος, βραβεία κοινού και νεότητας στο Φεστιβάλ: Θεσσαλονίκης, 10 βραβεία Ίρις. Υπόθεση Ο Νικήτας ζει αποτραβηγμένος στην κορυφή ενός ορεινού δάσους, το οποίο απειλείται από την επιθετική επέκταση μιας βιομηχανικής μονάδας. Η κατάσταση θα γίνει ακόμη πιο έκρυθμη και συγκρουσιακή με την ξαφνική επιστροφή του γιου του, ο οποίος διεκδικεί το μερίδιο του κτήματος που κληρονόμησε από τη μητέρα του. Κριτική Ματιά Η ταινία δηλώνει εξαρχής τον τόπο που θα ξετυλιχθεί το νήμα της ιστορίας. Αυτός δεν είναι άλλος από ένα υπέροχο και επιβλητικό φυλλοβόλο δάσος της βόρειας Ελλάδας. Εκεί θα συναντήσουμε το Βαγγέλη Μουρίκη, ο οποίος ενσαρκώνει με εξαιρετικό τρόπο τον λακωνικό και λίγο βλοσυρό Νικήτα. Ο Αργύρης Πανταζάρας (Γιάννης), ο γιος του Νικήτα, εμφανίζεται σα δυναμίτης που ανατινάσσει τη σίγουρη και ήρεμη ζωή του πατέρα, διεκδικώντας σε ένα σκληρό μπρα ντε φερ το μερίδιο από το κτήμα που κληρονόμησε μετά το χαμό της μητέρας του. Οι ερμηνείες και των δύο ανδρών είναι ξεχωριστές γιατί καταφέρνουν μέσα από τις σκηνοθετικές οδηγίες του Τζώρτζη Γρηγοράκη, που υπογράφει το σκηνοθετικό του ντεμπούτο σε ταινία μεγάλου μήκους, να κάνουν τους θεατές να κοιτάξουν βαθύτερα ήρωες εσωτερικούς, που δυσκολεύονται να ανοιχτούν και να επικοινωνήσουν. Το Digger σκηνοθετικά μετατοπίζεται γρήγορα από την εσωτερικότητα της αφήγησης, την αναζήτηση των προθέσεων και κινήτρων και περνάει στην ένταση και την αγωνία. Αναδεικνύεται έτσι, σε ένα νέο-γουέστερν, όπου οι ήρωες του θα παλέψουν μέχρι τέλους για τις προσωπικές τους διεκδικήσεις. Από τη μία, ο Γιάννης έρχεται με φόρα, αποφασισμένος να πείσει τον πατέρα του να πουλήσει το κτήμα και να πάρει το μερίδιο που του αναλογεί. Από την άλλη, ο Νικήτας θα παλέψει μέχρι τέλους να διατηρήσει το κτήμα του, που δεν είναι άλλο από ολόκληρο το βιός του. Είναι και οι δύο ασυμβίβαστοι καβαλάρηδες. Ο απρόθυμος πατέρας πάνω στο άλογο, αχώριστος με το τουφέκι του, και ο γιος πάνω στη μηχανή, ορμητικός και θυμωμένος, διψασμένος για οριστικό κλείσιμο λογαριασμών. Στο νέο-γουέστερν του Γρηγοράκη παρακολουθούμε με αφηγηματική συνέπεια και αισθητική πληρότητα τη σύγκρουση δύο κόσμων. Στην ταινία δύο αντίθετοι πόλοι πολεμούν μέχρι τέλους. Το νέο και το παλιό. Η τεχνολογία/βιομηχανία και η φύση. Η αίσθηση του πολέμου εικονοποιείται πολύ εύστοχα με τη συνεχή παρουσία των μηχανών, που σε αντίθεση με το ρομαντισμό του δάσους, παρουσιάζονται ως τέρατα, ως ο εχθρός και η απειλή που πλησιάζει στο κατώφλι του Νικήτα. Η ταινία ξεχωρίζει γιατί, μέσα από το μεστό σενάριο της Μαρίας Βόττη και του Βαγγέλη Μουρίκη και τις σκηνοθετικές δεξιοτεχνίες του Γρηγοράκη, το προσωπικό γίνεται συλλογικό. Η προσωπική διαμάχη πατέρα- γιου αναγάγεται στη σύγκρουση βιομηχανίας και φύσης. Η αρχετυπική φιγούρα του πατέρα που προσπαθεί να επιβληθεί στο νέο ταυτίζεται με το μεγαλοπρεπές δάσος που προκαλεί δέος και προσπαθεί και αυτό να επιβληθεί στις νέες μηχανές ενός πλήρως βιομηχανοποιημένου κόσμου. Ο Νικήτας θέλει να μείνει στη φύση, στα ζώα του, στο αγρόκτημά του. Γι’ αυτό αντιστέκεται σθεναρά, προκειμένου να υπερασπιστεί το τελευταίο οχυρό του δάσους, που δεν είναι άλλο από το σπίτι του. Ο Γιάννης είναι αλλιώς. Αντιλαμβάνεται τον πατέρα του ως επαναστάτη χωρίς αιτία. Ως έναν άνθρωπο ριζωμένο σε ένα έδαφος που κατεδαφίζεται. Ο ίδιος έχει αποκοπεί από αυτές τις ρίζες, δεν τον αφορούν. Θέλει να ζει το τώρα, να καβαλάει τη μηχανή του και να φεύγει. Οι δύο ήρωες καλούνται να σκάψουν πολύ βαθιά, για να βρουν το νήμα που τους ενώνει, να καταφέρουν να επικοινωνήσουν ουσιαστικά παρά την εικοσαετή απομάκρυνσή τους. Μέχρι να γίνει αυτό υπάρχει μια αμφιθυμία και στους δύο. Υπάρχει συναίσθημα και σύνδεση λόγω της σχέσης, αλλά υπάρχει κι η τραγωδία της απουσίας. Σαν θεατές δεν παρακολουθούμε μόνο την προσωπική σύγκρουση πατέρα-γιου, αλλά και την αντίθεση της φύσης με τη βιομηχανία, ο κοινωνικός εμφύλιος. Όπως, χαρακτηριστικά λέει ο Νικήτας στο γιο του «εδώ γίνεται πόλεμος, μύρισε λίγο πού είσαι». Το πανέμορφο δάσος απειλείται από την επιθετική επέκταση μιας κοντινής βιομηχανικής μονάδας, η παρουσία της οποίας διχάζει έντονα τους κατοίκους του διπλανού χωριού, δημιουργώντας εμφυλιοπολεμικό κλίμα. Η ταινία εγείρει ερωτήματα για το πώς το περιβάλλον επηρεάζει τον άνθρωπο. Η περιοχή της βιομηχανικής μονάδας απειλεί το δάσος, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί διέξοδο για τη νέα γενιά που προσπαθεί να βιοποριστεί. Ο Γιάννης καβαλάει τη μηχανή του και φτάνει μέχρι το δάσος, για να προχωρήσει στο μέλλον με ορμή και φόρα, να τερματίσει το οικονομικό αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει μετά το χαμό της μητέρας του. Έτσι, και η γενιά του «καβαλάει» τις μηχανές της βιομηχανικής περιοχής προκειμένου να εργαστεί. Στην ταινία γίνεται ξεκάθαρο πως παρά τις υποκειμενικές απόψεις και τα προσωπικά δράματα για το πώς πρέπει να διαχειριστούμε τη φύση, για το ποια πλευρά θα πάρουμε στη μάχη, υπάρχει κάτι αντικειμενικό. Και αυτό δεν είναι άλλο από το ίδιο το δάσος. Οι εποχές έρχονται και φεύγουν, οι γενιές αλλάζουν και διαδέχονται η μια την άλλη, όπως τα φύλλα των δέντρων του δάσους που αλλάζουν χρώματα ή πέφτουν κι απομένουν γυμνά δέντρα. Εκείνο που μένει σταθερό είναι το ίδιο το δάσος με τα δέντρα του. Η φύση είναι η σταθερά μας, οι ρίζες μας και γι ́αυτό οφείλουμε να τις σεβαστούμε και να τις προστατεύσουμε. Άλλωστε, δεν είναι τυχαία η ταμπέλα που μπήγει τελικά ο Γιάννης βαθιά στο χώμα. Η επιγραφή «Δεν πωλείται» είναι σαφής. Η φύση αναδεικνύεται υπεράνω της ανθρώπινης διαμάχης, συντρίβοντας το αρρενωπό πρότυπο του άνδρα που επιθυμεί να επιβληθεί των πάντων.
0 Comments
Leave a Reply. |
Archives
September 2022
Categories
All
|