by Χριστίνα Μ. Βεράντα μεσημέρι, με ανεμιστήρες να κάνουν την ατμόσφαιρα κάπως πιο υποφερτή. Και στο μπαρ να υπάρχει ουρά και να αναθεματίζω το πόσοι έμεναν στο ξενοδοχείο. Είναι μέσα καλοκαιριού, έχω χωρίσει Μάιο, μα ακόμα δεν έχω αρχίσει να φέρομαι ή να σκέφτομαι σαν εργένης. Δεν κοιτάω γύρω μου να φλερτάρω, απλά κάπου να ξεκουράσω το βλέμμα μου, ενώ κάνω το τσιγάρο μου. Ψάχνω στις τσέπες τον αναπτήρα... μάταια. Και σηκώνω το βλέμμα μου. Και την αντικρίζω. Είχε φλούδες αγγουριού στο πρόσωπο της, διάβαζε Μωπασάν και διατηρούσε ένα μειδίαμα. Βγήκα από την ουρά και κινήθηκα προς το μέρος της.
"Δε σου αρέσει η θάλασσα;" "Και εσένα;" "Εγώ έχω να συναντήσω κάποιον σε λίγο" "Εγώ δεν μπορώ με τόσο ήλιο" Έγνεψα πως καταλάβαινα. "Τότε με τόσο πολύ φεγγάρι;" "Έχει πανσέληνο απόψε..." "Θα ήταν ιδανικά" "Σε τι αναφέρεστε;" "Στο πρώτο μας ραντεβού" "Α και νόμιζα πως προτρέχατε" "Στα λόγια ποτέ" "Στη σκέψη;" "Άλλο εκεί..." Το λευκό της φόρεμα άμα βρεχόταν θα της πήγαινε ακόμα πιο πολύ. Μα είμαστε σε μια βεράντα ξενοδοχείου και όχι στην ακρογιαλιά. Και είχε ακόμα ήλιο. Ήταν αδιάφορο να κοιτάξω ξανά το ρολόι μου, αν και ο χρόνος μόλις είχε αποκτήσει ξανά σημασία. Μύριζε υπέροχα. Και έμοιαζε τόσο δροσερή. Έβγαλε από το πρόσωπο της τις φλούδες. Τις άφησε στο τραπέζι. Τις κοίταξα λίγο, σκέφτηκα να τις πάρω, τελικά δίστασα. Την κοίταξα όμως στα μάτια και άρχισα να λέω τα ψηφία αργά-αργά, ένα-ένα... 6, 9, 7... Και αυτή σημείωνε Και εγώ έφυγα Είχε μολύβι μαζί της αργότερα σκέφτηκα, ίσως γράφει, ίσως γράψει για εμένα, ίσως πάλι και να με γράψει... Αν και το τηλεφώνημα δεν έγινε, το ραντεβού έλαβε μέρος στις σελίδες 78 με 79, όπου με μολύβι γραμμένο ήταν το εξής " Ζητώ ένα τσιγάρο και εσύ χαμογελάς έχεις δόντια στραβά, γοητεία γαλλικού σινεμά Απόψε για όλα κερνάς, με χειροφίλημα τελειώνει η βραδιά τον αριθμό μου δεν τον ζητάς, μα το μάτι μου κλείνεις ξανά Μικρή με φωνάζεις και με χαιρετάς, άραγε θα σε δω ξανά; " Στίχοι που συνόδευαν το "τραγούδι της γιαγιάς" από κάποιον ήρωα του Μωπασάν
0 Comments
Leave a Reply. |
Categories
All
|