της Χριστίνας ΜανωλακάκηΑν υποθέσουμε πώς έχεις πέντε- έξι λεπτά να γράψεις κάτι, σημαντικό για κάποιον λόγο, ή μάλλον ένα ασήμαντο κείμενο, για κάτι σημαντικό και μάλιστα είχες να το γράψεις στο πόδι, νομίζω, πώς σε μία τέτοια περίπτωση, θα έδινες ιδιαίτερη προσοχή στις λέξεις σου.
Ίσως να κατέληγε αξιολύπητα μικρό το κείμενο σου, ενώ θα κατέπνιγες την παρόρμηση σου να σκιτσάρεις στην άκρη του χαρτιού. Για το άγχος θα έμενες στο να κουνάς νευρικά το στυλό σου και Θα κατέφευγες διαρκώς σε κλισέ. Θα έπρεπε όμως, να κάτσεις να δεις πως να κάνεις το κείμενο να δουλέψει, ώστε να δουλέψεις κι εσύ.
0 Comments
από την Χριστίνα Μανωλακάκη Το χέρι μου περιηγήθηκε στο εσωτερικό της τσάντας, και συνάντησε το κραγιόν, το πορτοφόλι, τις σκόρπιες σερβιέτες, τις τσαλακωμένες αποδείξεις, τα πάντα ίσως, εκτός από τα γυαλιά ηλίου που έψαχνα. Ο ήλιος ζέσταινε απαλά την πλάτη μου κι έτσι δεν μπορούσα να νιώσω τον ελάχιστο εκνευρισμό. Αλκυονίδες μέρες στη Ναυαρίνου, με τους φίλους μου να έχουν αργήσει κι εγώ να μην έχω τσιγάρα. Προσπαθούσα να το κόψω, οπότε δεν ήθελα να αγοράσω πακέτο. Τους περίμενα πώς και πώς για μία τράκα. Μόλις βρήκα και φόρεσα τα γυαλιά ηλίου μου άρχισα να κοιτάω γύρω μου περισσότερο. Με αυτά ένιωθα πως καμουφλάρω το περίεργο βλέμμα μου, ώστε να μπορώ να περιεργαστώ τους υπόλοιπους θαμώνες άφοβα. Τότε την εντόπισα. Ήταν γυρισμένη πλάτη και με κόσμο γύρω της, μια μεγάλη παρέα, αλλά τα λεπτά, ίσια κι εξαιρετικά άσπρα πόδια της βγάζανε μάτι. Τουλάχιστον για εμένα ήταν σαν να βλέπω κίτρινο γιλέκο στο σκοτάδι. Πήρα την απόφαση να πάω να τη χαιρετήσω. Ένα μικρό ρίσκο για εμένα.
της Χριστίνας Μανωλακάκη Δες το σαν παιχνίδι μνήμης -
Πρώτα θέλω να μου πεις αν θυμάσαι το στίχο που έγραφα σε περιθώρια σελίδων και πίσω από φωτογραφίες μας... «Καπνίσαμε –θυμήσου– ατέλειωτα τσιγάρα συζητώντας ένα βράδυ –ξεχνώ πάνω σε τι– κι είναι κρίμα γιατί ήταν τόσο μα τόσο ενδιαφέρον.» Έλα λοιπόν να δούμε μέχρι που το' χεις. της Χριστίνας Μανωλακάκη Είναι 5:23 το πρωί.
Αυτό σημαίνει πως για 7 λεπτά πρέπει να παραμείνω ξαπλωμένος, με το σεντόνι να φτάνει αυστηρά πάνω από τον αστράγαλο, κοντά δύο πόντους. Ύστερα έχω να σηκωθώ και να ντυθώ. Στις 5 και 40 περιμένω τον ελαφρύ χτύπο στην πόρτα από τη μαμά και την ερώτηση αν θέλω καφέ ή τσάι. Είναι μια ερώτηση που αν δε μου γίνει ταράζομαι, αν και κάθε μέρα, από όσο θυμάμαι τον εαυτό μου πίνω τσάι. Μόλις απαντήσω (θέλω τσάι, μαύρο με μισή κουταλιά ζάχαρη, ευχαριστώ) στρέφομαι προς το παράθυρο του δωματίου μου και κοιτάω έξω στον δρόμο. από την Χριστίνα Μανωλακάκη «Τα ναρκωτικά να ξέρεις σε κάνουν να έχεις τρελό κόψιμο. Χωρίς πλάκα, νιώθεις πώς όλη σου η ύπαρξη είναι προορισμένη για το χέσιμο. Μόνο για αυτό και για τίποτα άλλο.»
Ο άντρας έκανε παύση για να φέρει το τσιγάρο μια ακόμα φορά στα χείλη του. Τράκα στην τράκα. Και οι μικροί που είχε βρει στο παγκάκι φαινόταν πρόθυμοι να του δώσουν κι άλλα. Τράκα στην τράκα, ιστορία στην ιστορία. Ήταν ευχαριστημένος εκείνα τα λεπτά: είχε βρει και ακροατήριο και τρόπο να θρέψει τον εθισμό εκείνο που ακόμα επέτρεπε στον εαυτό του. από την Χριστίνα Μανωλακάκη Του λέω: «Γράψε μου κάτι στα αραβικά»
Δεν θέλει και πολύ, αρχίζει και σημειώνει κάτι πάνω στη λίστα για τα ψώνια. «Είναι στίχος από ένα παλιό ποίημα που έχει μελοποιηθεί», μου κάνει, «μιλάει για τον έρωτα ανάμεσα σε αλλόθρησκους». «Μου το αφιερώνεις;» «Όχι» αποκρίνεται εκείνος και με κοιτάει κάπως ψυχρά στα μάτια. «Όχι, εντάξει στο αφιερώνω», καταλήγει και κάνει το χαρακτηριστικό στραβό χαμόγελο του. από την Χριστίνα Μ. άτυπο 1ο Μέρος της ιστορίας: http://eggefaliko.weebly.com/brain-farts--arts/7802308
από την Χριστίνα Μανωλακάκη 15 τσιγάρα στο τασάκι και ένα στα χείλη. Πάλι δεν κατόρθωσα να την προχωρήσω. Φταίει το ράδιο με όλους τους πολιτικούς να λένε συνέχεια τα ίδια και τα ίδια. Φταίει η ζέστη, που κάνει τη φανέλα μου να κολλάει στο σώμα μου, που όλο εκκρίνει ιδρώτα και αυτήν την άσχημη, κακή μυρωδιά. Βαρέθηκα να τρώω και το φαγητό της μάνας, κρύο από το ψυγείο, στα πλαστικά ταπερ. Και αυτό το κομμάτι πηλού που δουλεύω να μην σχηματίζεται όπως το θέλω. by Χριστίνα Μανωλακάκη «Πάντα προσμένω την επιστροφή στο σπίτι, χωρίς να σημαίνει πως κάποιος ή κάτι με περιμένει εκεί. Είναι και μόνο η κίνηση που κάνω να βγάλω τα παπούτσια μου που με γεμίζει ικανοποίηση. Κάθομαι και χαλαρώνω έπειτα, κατεβάζω και καμία δύο μπυρίτσες, βλέπω καμία ταινία, περνάει η ώρα. Μόνο ο ύπνος με δυσκολεύει και δεν εμπιστεύομαι να παίρνω χάπια για να κοιμάμαι. Έτσι κατέληξα στο να περπατώ κάθε βράδυ ως τη λεωφόρο και να – με ακούς Ελένη; »
|
Categories
All
|