by Χριστίνα Μ. Και βρίσκομαι ξημερώματα σε μια παιδική χαρά να κάνω κούνια. Δεν ακούγεται σχεδόν τίποτα. Την ησυχία διαταράζουν μόνο κάτι πουλιά που κελαηδούν και κάτι δυνατές μυτιές. Αυτές από εσάς. Είστε πιο εκεί, πέρα από τη γωνία στο πεζούλι και έτσι δε σας βλέπω. Σας έβλεπα αρκετή ώρα όμως.Και σας άκουγα. Ειδικά εσένα. Μιλούσες και μιλούσες. Δίσταζες σε κάποιες στιγμές, μα πάντα συνέχιζες. Σαν να έκανες κάποια εξομολόγηση, σε μια γλώσσα όμως που εγώ δεν γνώριζα καλά. Και έτσι αποτραβήχτηκα. Μου προέκυψε μια τάση φυγής. Αρχικά σηκώθηκα για να τσεκάρω το πώς η ακινησία είχε επηρεάσει τα άκρα μου, τα πόδια μου όμως άρχισαν να κουνιούνται κανονικά. Κατέληξα να απομακρύνομαι. Και έφτασα εδώ, σχεδόν ανεπαίσθητα, να κάνω κούνια.
Έμεινα μόνη στον κόσμο για κάποια δεύτερα. Ίσως και παραπάνω. Έκανε κρύο εκείνη τη μέρα βέβαια. Κρύωνα υπερβολικά για να είμαι εκεί λίγα λεπτά. Θυμάμαι πως τυλιγόμουν, έχωνα τη μύτη μέσα στα ρούχα μου και σε κοίταγα να σου κάνω νόημα να έρθεις να κάτσεις δίπλα μου, αλλά εσύ συνέχιζες απλά να μιλάς, στους άλλους, όχι σε μένα και να λες διάφορα… Ναι, δεν είχα καταλάβει αν περίμενες κάτι από μένα τότε. Και είχα προβληματιστεί αρκετά, όλοι αυτοί οι άνθρωποι από το παρελθόν σου που είχες τόσες αφηγήσεις με αυτούς, τι γίνανε; Σου λείπουνε; Και η πιο εγωιστική απορία: θα θελές αυτούς αντί για μένα; Ήθελα να φύγω, το θυμάμαι ξεκάθαρα αυτό, αλλά παρέμενα… Άφηνα τα πόδια μου να αιωρούνται ενώ δάγκωνα άπληστα τα μουδιασμένα από τη κόκα χείλη μου. Στην αρχή μόνο είχα τρομάξει, έλεγα πως είχε κλείσει ο ουρανίσκος μου, αλλά τώρα παρέμενε μια μόνο θολή ανάμνηση από αυτό, λες και είχαν περάσει μήνες. Σα να ήταν και πάλι Ιούλιος. Άκουσα βήματα, έστρεψα το κεφάλι μου και σε είδα. Είπες ήρθες να φύγουμε και με εξέτασες με αυτό το παιδικό σου βλέμμα και με πήρες αγκαλιά. Μετά άρχισαν τα φιλιά. Πάντα με δάγκωνες έντονα και με πονούσες όταν με φιλούσες. Αλλά τώρα τα ακούμπαγες απλά, δε τα πίεζες καν σαν να είχα μετατραπεί σε κάτι εύθραυστο. Έβαλες το δείχτη σου κάτω από το πηγούνι μου για να σηκώσεις το κεφάλι μου ελαφρά. Μου μίλησες και δεν ξέρω αν θα ξανακούσω ποτέ πιο ρομαντικά λόγια. Όπως δε ξέρω και αν θα έχω να προσφέρω κάτι παραπάνω από κάποιες αγκαλιές, φιλιά και δάκρυα μπερδεμένα με μακιγιάζ. Και κάπως έτσι πλησιάζουμε σε έναν ακόμα Ιούλιο.
0 Comments
Leave a Reply. |
Categories
All
|